Στην Ευρωμεσογειακή Σύνοδο Κορυφής Οικονομικών και Κοινωνικών Συμβουλίων 2023 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, που συνδιοργανώθηκε από την ΕΟΚΕ, την Ένωση για τη Μεσόγειο, το Ίδρυμα Anna Lindh Foundation και τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, μίλησε ο πρόεδρος της ΕΣΑμεΑ Ιωάννης Βαρδακαστάνης, με την ιδιότητά του ως πρόεδρος του τμήματος ECO της ΕΟΚΕ, την Τετάρτη 5 Ιουλίου.
Η Σύνοδος ήταν αφιερωμένη στην «Ενεργειακή μετάβαση στην ευρωμεσογειακή περιφέρεια». Ενώ το φυσικό αέριο θα συνεχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο ενεργειακό μείγμα και στις δύο ακτές της Μεσογείου, η περιοχή είναι επίσης ευλογημένη με μεγάλο δυναμικό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας - προσελκύοντας ολοένα και περισσότερο δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Η σχεδιαζόμενη υποθαλάσσια σύνδεση ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ Αιγύπτου και Ελλάδας καταδεικνύει το αυξημένο ενδιαφέρον για επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια για τη σταθεροποίηση των τιμών της ενέργειας και τη βελτίωση της ασφάλειας του εφοδιασμού. Τα πιθανά οφέλη από μια επιτυχημένη συνεργασία Βορρά-Νότου στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι σημαντικά με την αύξηση της απασχόλησης και την καλύτερη πρόσβαση στην ενέργεια σε ευάλωτες περιοχές. Παρευρέθηκαν αξιωματούχοι της Αιγυπτιακής Κυβέρνησης, της ΕΕ, και χωρών της Μεσογείου, μέλη της ΕΟΚΕ, εξέχοντες επιστήμονες (όπως ο Έλληνας Καθηγητής Χρήστος Ζερεφός), εκπρόσωποι περιβαλλοντικών οργανώσεων κ.α.
Ο κ. Βαρδακαστάνης μίλησε στο πρώτο πάνελ με θέμα: «Ενεργειακή μετάβαση στην ευρωμεσογειακή περιφέρεια» ως εισηγητής της γνωμοδότησης REX/555 (Energy policies and strategies in the Euro-Mediterranean region). Ολόκληρη η ομιλία επισυνάπτεται, ορισμένα καίρια σημεία:
« (…) Η περιοχή της Μεσογείου έχει στρατηγική σημασία για τον ενεργειακό εφοδιασμό της ΕΕ, κυρίως λόγω της ενέργειας από ορυκτά καύσιμα που εισάγεται από διάφορες χώρες της περιοχής. Οι ενεργειακές σχέσεις στην περιοχή της Μεσογείου χαρακτηρίζονται τόσο από συνεργασία όσο και από στρατηγικές εντάσεις. Το σημερινό γεωπολιτικό και ενεργειακό πλαίσιο αναμένεται να ενισχύσει τη σημασία της ενέργειας και να την τοποθετήσει στο επίκεντρο των ευρωμεσογειακών σχέσεων (…). Το συγκριτικό πλεονέκτημα της Μεσογείου στην παραγωγή ηλιακής και αιολικής ενέργειας και οι συνέργειές της με την αναπτυσσόμενη βιομηχανία καθαρού υδρογόνου είναι προφανές. Είναι επίσης σαφές ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που συνδέονται με την ηλιακή και την αιολική ενέργεια έχουν καταστεί η φθηνότερη πηγή ενέργειας χάρη στην ταχεία μείωση του κόστους, προσφέροντας έτσι ευκαιρίες για την επίτευξη του ΣΒΑ 7 - «Διασφάλιση πρόσβασης σε οικονομικά προσιτή, αξιόπιστη, βιώσιμη και σύγχρονη ενέργεια» (…).
Το τρέχον πλαίσιο που απορρέει από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την επακόλουθη πολιτική της ΕΕ για τον τερματισμό της εξάρτησής της από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα έχουν φέρει το φυσικό αέριο στο προσκήνιο για άλλη μια φορά. Επί του παρόντος συζητούνται και σχεδιάζονται νέες επενδύσεις σε υποδομές φυσικού αερίου, με στόχο την αύξηση και τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού της ΕΕ με φυσικό αέριο, μεταξύ άλλων από προμηθευτές της Μεσογείου. Οι επενδύσεις αυτές θα μπορούσαν να παραμείνουν συνεπείς με τους στόχους της ΕΕ για το κλίμα. Οι τρέχουσες βραχυπρόθεσμες εκτιμήσεις δεν θα μπορούσαν να αποσπάσουν την προσοχή της ΕΕ και των μεσογειακών εταίρων της από την αρχή ότι το φυσικό αέριο πρέπει να παραμείνει πηγή ενέργειας μετάβασης που θα καταργηθεί σταδιακά μεσοπρόθεσμα.
Η μετάβαση από ένα ενεργειακό σύστημα που βασίζεται στα ορυκτά καύσιμα σε ένα καθεστώς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει αναπόφευκτα γεωπολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, που περιλαμβάνουν τους «χαμένους μετάβασης». Προκειμένου αυτή η μετάβαση να είναι κοινωνικά δίκαιη, οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να συνοδεύσουν τις βιομηχανίες ορυκτών καυσίμων και τους εργαζομένους τους μέσω προγραμμάτων αναδιάταξης προς τις βιομηχανίες του μέλλοντος και στις δύο πλευρές της λεκάνης της Μεσογείου. Η ΕΕ θα πρέπει να ενθαρρύνει και να υποστηρίξει την οικονομική διαφοροποίηση των κρατών με υπερβολική εξάρτηση από τους πόρους ορυκτών καυσίμων για να μετριάσει τις αποσταθεροποιητικές επιπτώσεις της ενεργειακής μετάβασης στην περιοχή».